ΗΛΙΑΚΕΣ ΕΚΛΕΙΨΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ

​                                                                       Του Διονύση Σιμόπουλου

                                               Επίτιμου Διευθυντή Ευγενιδείου Πλανηραρίου
Η ολική έκλειψη ηλίου που έγινε στις 6 Απριλίου 648 π.Χ., αναφέρεται σ’ ένα ποίημα του αρχαίου λυρικού ποιητή Αρχίλοχου (π. 680 π.Χ. – 630 π.Χ.), ο οποίος συνέθετε ελεγείες, ύμνους και ποιήματα. Πρόκειται για την παλαιότερη ακριβή χρονολογία που έχουμε στην αρχαία ελληνική λογοτεχνία: «Δεν υπάρχει κανένα πράγμα ανέλπιστο ούτε χωρίς όρκο ούτε παράξενο, διότι ο Δίας, ο πατέρας των Ολυμπίων θεών, απ’ το μεσημέρι έφερε τη νύχτα, αφού έκρυψε το φως που λαμπερού ηλίου και κατέλαβε ψυχρός φόβος τους ανθρώπους.»

Οι εκλείψεις ήταν πάντα ένα συγκλονιστικό γεγονός για τους αρχαίους. Οι Κινέζοι προσπαθούσαν να τις εξορκίσουν με τυμπανοκρουσίες, οι Ινδοί κατέφευγαν στα νερά των ποταμών και οι Ιάπωνες σκέπαζαν τα πηγάδια τους για να μη δηλητηριαστούν τα νερά. Πίσω όμως από κάθε εκδήλωση κρυβόταν ο ίδιος φόβος του ανθρώπου μπροστά στην αναστάτωση των νόμων του Σύμπαντος. Γιατί η ζοφερή πιθανότητα να χαθεί μια μέρα ο Ήλιος γέμιζε τρόμο τους ανθρώπους από πολύ παλιά. Ο ύπουλος Άνοφις των Αιγυπτίων, ο φοβερός λύκος Φενρίρ των Σκανδιναβών, ο μνησίκακος δαίμονας Ραχού των Ινδών, όλοι προσπαθούσαν να καταπιούν το φωτεινό δίσκο του «πατέρα των πάντων» και να βυθίσουν τη Γη στο σκοτάδι και την καταστροφή.
Η αρχαιότερη περιγραφή μιας ολικής ηλιακής έκλειψης προέρχεται από την Κίνα και πηγαίνει πίσω στις 22 Οκτωβρίου 2137 π.Χ. αν και ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι πρόκειται για μύθο. Η αναφορά αυτή αφορά τους αυλικούς Χσι και Χο που ήσαν αστρονόμοι του αυτοκράτορα της Κίνας και οι οποίοι αποκεφαλίστηκαν επειδή δεν κατόρθωσαν να προβλέψουν την έκλειψη εκείνη. Η επόμενη αναφορά καταγράφηκε και πάλι από Κινέζους και σχετίζεται με την έκλειψη της 3ης Μαΐου του 1375 π.Χ., ενώ μία ακόμη Κινέζικη αναφορά (που μάλλον πρόκειται για την έκλειψη της 5ης Ιουνίου 1302 π.Χ.) είναι καταγραμμένη πάνω σε οστά των οποίων η χρονολόγηση κυμαίνεται μεταξύ των ετών 1353 και 1281 π.Χ.
Ορισμένοι ερευνητές θεωρούν επίσης ότι μία αναφορά στην “Οδύσσεια” (ύψιλον, 356-7) του Ομήρου («χάθηκε στα ουράνια ο ήλιος και γύρω απλώθηκε μαύρη αντάρα») ίσως να σχετίζεται με την ηλιακή έκλειψη της 16ης Απριλίου του 1178 π.Χ.
Στα Ασσυριακά Χρονικά αναφέρεται επίσης και η έκλειψη της 15ης Ιουνίου του 763 π.Χ. η οποία έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για τον ακριβή προσδιορισμό διαφόρων ιστορικών γεγονότων σε συνδυασμό με τους καταλόγους διαφόρων βασιλέων και των περιόδων βασιλείας τους. Η έκλειψη άλλωστε αυτή αναφέρεται επίσης και στην Παλαιά Διαθήκη (Άμως, 8:9) όπου σημειώνονται τα εξής «ο ήλιος θα βασιλέψει μέρα μεσημέρι, η γη θα σκοτεινιάσει ενώ θα είναι μέρα φωτεινή».
Από την πλευρά της επιστήμης η πιο σημαντική αναφορά βρίσκεται στο έργο του Ηροδότου που, όπως αναφέρει στην Ιστορία του, «την μεταβολή αυτή της ημέρας είχε προαναγγείλει εις τους Ίωνας ο Θαλής ο Μιλήσιος προσδιορίσας και το έτος κατά το οποίο ακριβώς έγινε η μεταβολή» (Κλειώ 74). Η έκλειψη έγινε πράγματι στις 28 Μαϊου του 585 π.Χ. και ήταν τόσο εντυπωσιακή, ώστε «οι Λύδοι και οι Μήδαι όταν είδαν ότι αντί ημέρας έγινε νυξ και την μάχην κατέπαυσαν και έσπευσαν ακόμη περισσότερον αμφότεροι να συνάψουν ειρήνην μεταξύ των». Σε άλλο πάλι σημείο της Ιστορίας του ο Ηρόδοτος αναφέρεται στην δακτυλιοειδή έκλειψη του Ξέρξη, της 2ας Οκτωβρίου 480 π.Χ. «…ο ήλιος ξαφνικά σκοτείνιασε στο μέσο τ’ ουρανού».
Η έκλειψη της 19ης Μαΐου 577 π.Χ. αναφέρεται από τον Ξενοφώντα στην «Ανάβαση»: «… καλύφτηκε ο ήλιος και κρύφτηκε μέχρις ότου οι κάτοικοι εγκατέλειψαν την πόλη τους». Ενώ και ο Θουκυδίδης αναφέρει δύο εκλείψεις στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, και οι δύο δακτυλιοειδείς, στις 3 Αυγούστου 431 π.Χ. και στις 21 Μαρτίου 424 π.Χ.
Δεν πρέπει, φυσικά, να ξεχάσουμε επίσης ότι ο πατέρας της Αστρονομίας, ο Ίππαρχος, με τη βοήθεια δύο μόνο παρατηρήσεων που έγιναν κατά την έκλειψη του 129 π.Χ. (από τον Ελλήσποντο όπου η έκλειψη ήταν ολική και από την Αλεξάνδρεια όπου ήταν μερική κατά 80%) κατόρθωσε να υπολογίσει την απόσταση της Σελήνης από τη Γη. Με τη βοήθεια της τριγωνομετρίας, που είχε ο ίδιος εφεύρει, υπολόγισε ότι η Σελήνη πρέπει να βρίσκεται σε απόσταση 62 περίπου γήινων ακτίνων, όταν η σημερινή επακριβώς μετρημένη τιμή της απόστασης αυτής είναι 60,27 γήινες ακτίνες!
Πεντακόσια χρόνια αργότερα ο Θέων στην Αλεξάνδρεια κατέγραψε επακριβώς όχι μόνο την ημερομηνία αλλά και τον ακριβή χρόνο της αρχής, του μέσου και του τέλους της εκλείψεως του 365 μ.Χ.. και έκτοτε οι αναφορές γίνονται πιο ακριβείς αν και δεν αναφέρονται πολλές λεπτομέρειες.
Και κάτι ακόμα ενδιαφέρον: το 1560 μ.Χ. στη Γαλλία η αναμονή της έκλειψης πανικόβαλε τους κατοίκους σε τέτοιο βαθμό ώστε τσακώνονταν για το ποιος θα εξομολογηθεί πρώτος. Για να ηρεμήσει, λοιπόν, τα πνεύματα ένας ιερέας ανακοίνωσε ότι «η έκλειψη αναβάλλεται για δύο εβδομάδες» έτσι ώστε όλοι οι πιστοί να προφτάσουν να εξομολογηθούν.
Το απόκοσμο και εκφοβιστικό σκοτάδι μιας ολικής ηλιακής έκλειψης επαναφέρει και πάλι στο προσκήνιο τον προαιώνιο πανικοφόρο φόβο που γεννούσαν ανέκαθεν τα μεγαλειώδη φαινόμενα της φύσης στις ψυχές των πρωτόγονων προγόνων μας, αποδεικνύοντας έτσι πόσο βαθιά χαραγμένα είναι τα ένστικτα αυτά στο μεδούλι της ανθρώπινης φύσης μας. Γι’ αυτό άλλωστε επί χιλιάδες χρόνια οι αρχαίοι αντιδρούσαν με τόσες και τόσες δεισιδαίμονες αντιλήψεις και φόβους χτυπώντας τα τύμπανά τους σε μια απεγνωσμένη και μάταιη προσπάθεια να αποτρέψουν τον «σκοτεινό δράκο» να καταπιεί τελείως το ζωοδότη φωτεινό δίσκο του Ήλιου. Λέγεται μάλιστα ότι, στη διάρκεια της έκλειψης του 840 μ. Χ., ο αυτοκράτορας Λουδοβίκος Α’ ο Ευσεβής ή Αγαθός, γιος του Καρλομάγνου, πέθανε από τον φόβο του! Οι τρεις γιοι του διεκδικώντας τον θρόνο ενεπλάκησαν σε έναν πόλεμο που έληξε τρία χρόνια αργότερα με τη Συνθήκη του Βερντέν και το χωρισμό της μεγάλης Καρολίγγειας Αυτοκρατορίας στα τμήματα που αποτελούν σήμερα τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία!
Παρ’ όλο που το ηλιακό στέμμα είναι εμφανές στη διάρκεια της ολικής φάσης μιας έκλειψης, ο πρώτος που κατέγραψε την εμφάνισή του ήταν ο χρονικογράφος Λέων που περιέγραψε την ολική ηλιακή έκλειψη της 22ας Δεκεμβρίου του 968 μ. Χ. την οποία είχε παρατηρήσει από την Κωνσταντινούπολη, αν και άλλοι αναφέρουν την Κέρκυρα. Ορισμένοι άλλοι πάντως ερευνητές αναφέρουν ότι η πρωτιά αυτή ανήκει στον Πλούταρχο με την περιγραφή της έκλειψης του 71 μ.Χ. παρ’ όλο που νεώτεροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η περιγραφή του Πλουτάρχου δεν είναι παρά μία τελείως φανταστική-λογοτεχνική περιγραφή και όχι αποτέλεσμα πραγματικής παρατήρησης.
Το στέμμα περιέγραψε επίσης και ο αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιος στην έκλειψη της 9ης Απριλίου του 1567 ο οποίος όμως δεν είχε κατανοήσει την πραγματική του φύση. Το ίδιο έγινε και με τον Γιοχάννες Κέπλερ ο οποίος θεώρησε ότι το στέμμα ήταν η ατμόσφαιρα της Σελήνης. Η εκτίμηση αυτή αποκλείστηκε, φυσικά, με την έκλειψη της 16ης Ιουνίου 1806 όταν οι μετρήσεις που έγιναν απέδειξαν ότι η σεληνιακή ατμόσφαιρα δεν θα μπορούσε να είναι 50 φορές μεγαλύτερη από τη γήινη. Η διαπίστωση πάντως ότι το στέμμα και οι προεξοχές ανήκαν στον Ήλιο έγινε μετά από προσεκτικές μελέτες στη διάρκεια των εκλείψεων του 1842 και της 28ης Ιουλίου 1851 όταν φωτογραφήθηκαν για πρώτη φορά το στέμμα και οι προεξοχές.
Από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα οι μελέτες που έγιναν στη διάρκεια ολικών ηλιακών εκλείψεων προσέφεραν σπουδαίες ανακαλύψεις στη μελέτη του Ήλιου μας. Στη διάρκεια της έκλειψης του 1868, για παράδειγμα, ανακαλύφτηκε στην ηλιακή ατμόσφαιρα η ύπαρξη ενός άγνωστου μέχρι τότε χημικού στοιχείου που ως εκ τούτου ονομάστηκε ήλιο, ενώ μόλις το 1895 η ύπαρξη του στοιχείου αυτού επιβεβαιώθηκε και πάνω στον πλανήτη μας. Το σπουδαίο είναι ότι το ήλιο είναι το δεύτερο, μετά το υδρογόνο, πιο διαδεδομένο στοιχείο και αποτελεί το 24% περίπου των παρατηρούμενων χημικών στοιχείων του Σύμπαντος, ενώ το υδρογόνο αποτελεί το 75% των στοιχείων και όλα τα υπόλοιπα 90 χημικά στοιχεία μόλις και μετά βίας φτάνουν το 1%!
Οι παρατηρήσεις που έγιναν στη διάρκεια της έκλειψης του 1919 αποτέλεσαν επίσης και την θεαματική επιβεβαίωση της νεοπαρουσιασμένης τότε Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν. Τα πειράματα που έγιναν απέδειξαν περίτρανα για πρώτη φορά την πρόβλεψη της θεωρίας ότι η ύπαρξη μεγάλων μαζών δημιουργεί βαρυτικά «πηγάδια» τα οποία αναγκάζουν το φως των απόμακρων άστρων να «καμπυλωθεί» όταν περνάει δίπλα τους.
Σήμερα πια η επιστημονική μελέτη του Ήλιου και των χαρακτηριστικών του που παρατηρούνταν μόνο κατά την διάρκεια των ολικών εκλείψεων γίνεται πλέον καθημερινά από τα ειδικά ηλιακά αστεροσκοπεία και κυρίως με τη βοήθεια των διαστημικών τηλεσκοπίων και των πολύπλοκων οργάνων τους. Γι’ αυτό και το κυνήγι των ολικών εκλείψεων από τους ειδικούς επιστήμονες σε απρόσιτες περιοχές και τόπους έχει από καιρό πια ατονήσει.
Το θέαμα όμως που προσφέρει το υπέροχο αυτό φαινόμενο συνεχίζει να είναι όπως πάντα ιδιαίτερα ελκυστικό για όλους αφού στη φύση δεν έχει κανέναν ισάξιο αντίζηλο. Γι’ αυτό θα υπάρχουν πάντα χιλιάδες πιστοί που θα ταξιδεύουν σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων, σε ξηρά ή σε θάλασσα, για να βρεθούν, έστω και για μερικές μόνο δεκάδες δευτερόλεπτα, για πρώτη ή και για πολλοστή φορά, στη σκιά της Σελήνης!
Διονύσης Π. Σιμόπουλος, «Στη Γειτονιά της Γης», Αθήνα: Ερευνητές, 2001, 114 σ.

Ο ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΚΑΙ ΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ

                                                                            Του Διονύση Σιμόπουλου 

                                            Επίτιμου Διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου

Τα σύμβολα της Άνοιξης, όπως η ανατολή του Ήλιου, τα λουλούδια, τα νεογέννητα αρνάκια και τα κόκκινα αυγά είναι χαρακτηριστικά της πασχαλιάτικης περιόδου, γι’ αυτό και το Πάσχα ήταν ανέκαθεν μια προσφιλής περίοδος για βαπτίσεις, αφού η βάπτιση αντιπροσωπεύει μια νέα πνευματική ζωή. Όσοι βαπτίζονταν φορούσαν πάντοτε λευκές ενδυμασίες για το μυστήριο κι έτσι το λευκό χρώμα συνδέθηκε πολύ στενά με το Πάσχα.
Η λέξη «Πάσχα» προέρχεται φυσικά από την εβραϊκή λέξη «πεσάχ» που σημαίνει «διέλευση» και είναι η «μνημόσυνος» εορτή των Εβραίων που αναφέρεται στη «διέλευση του Ιαβέ» πάνω από την Αίγυπτο προς πάταξη των πρωτότοκων παιδιών των Αιγυπτίων οι οποίοι κρατούσαν τους απόγονους του Ιωσήφ και των αδελφών του ως δούλους. Σύμφωνα με το σεληνιακό τους ημερολόγιο οι Εβραίοι γιόρταζαν το Πάσχα τους στη διάρκεια του μηνός Νισάν, που στα εβραϊκά σημαίνει «καιρός που πρασινίζουν τα πάντα». Ο μήνας αυτός ήταν επίσης και ο πρώτος μήνας του εβραϊκού έτους και άρχιζε λίγο πριν από την εαρινή ισημερία την ημέρα της εμφάνισης της Νέας Σελήνης, αφού οι εβραϊκοί μήνες δεν καθορίζονταν με μόνιμο ημερολόγιο αλλά σύμφωνα με τις νουμηνίες, τις φάσεις δηλαδή της Σελήνης. Γι’ αυτό η εορτή του Πάσχα γιορτάζονταν από τους Εβραίους την 15η του μηνός Νισάν, την ημέρα δηλαδή της πρώτης εαρινής πανσελήνου.
Την παλιά λοιπόν εκείνη εποχή στην Ιερουσαλήμ το Μεγάλο Συνέδριο των Εβραίων, το Σανχεντρίν, συνεδρίαζε επίσημα το απόγευμα της 29ης κάθε μήνα στην ειδική αίθουσα του Μεγάλου Ναού του Σολομώντα. Εκείνο το βράδυ οι αρχιερείς έστελναν έναν ή περισσότερους νεαρούς ιερείς στον εξώστη του Μεγάλου Ναού για να παρατηρήσουν τον δυτικό ουρανό κατά τη στιγμή της δύσης του Ήλιου και να αναφέρουν εάν μπορούσαν να διακρίνουν την εμφάνιση του μικρού φωτισμένου δρέπανου της Νέας Σελήνης. Εάν παρατηρούσαν κάτι τέτοιο, οι νεαροί ιερείς το ανέφεραν αμέσως στο Μεγάλο Συνέδριο των αρχιερέων οι οποίοι εξέταζαν προσεκτικά τις λεπτομέρειες της παρατήρησής τους.
Η όλη τελετουργική αυτή εξέταση γινόταν ακόμη πιο επίσημη όταν επρόκειτο για την αρχή του μηνός Νισάν, αφού ήταν ο πρώτος μήνας του έτους. Και εάν οι αρχιερείς πείθονταν ότι οι μάρτυρες είχαν πράγματι δει τον φωτισμένο δρέπανο της Σελήνης, τότε ανακοίνωναν την αρχή του Νισάν και την αρχή του εβραϊκού έτους με τους ήχους της τελετουργικής σάλπιγγας που ήταν φτιαγμένη από κέρατο Κριού. Στις πλαγιές των λόφων που περιέβαλαν την Ιερουσαλήμ πολυάριθμες ομάδες ανθρώπων περίμεναν με ανυπομονησία την αναγγελία του χαρμόσυνου γεγονότος. Με το άκουσμα της σάλπιγγας, χαρούμενοι άναβαν μια συνθηματική φωτιά και κουνούσαν αναμμένους πυρσούς για να μεταδώσουν την αναγγελία της εισόδου του νέου έτους στις άλλες περιοχές, από λόφο σε λόφο και από βουνό σε βουνό μέχρι τη Βαβυλώνα.
Σ’ αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να τοποθετήσουμε και την θριαμβευτική είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ, τον Μυστικό Δείπνο και την Σταύρωση αφού όπως ξέρουμε όλα αυτά έγιναν την εβδομάδα που γιορτάζονταν το Εβραϊκό Πάσχα. Κατά τους πρώτους, όμως, τρεις αιώνες της Χριστιανοσύνης οι διάφορες εκκλησίες γιόρταζαν το Πάσχα σε διαφορετικές ημερομηνίες. Άλλες μεν κατά το παράδειγμα των αποστόλων Ιωάννη και Παύλου, κατά την ημέρα του θανάτου του Χριστού την 14η του Εβραϊκού μηνός Νισάν, μία δηλαδή ημέρα πριν από την γιορτή του Εβραϊκού Πάσχα και σε οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας και αν συνέπιπτε, άλλες δε πάντοτε κατά την Κυριακή που έπονταν της πρώτης εαρινής πανσελήνου.
Λόγω των διαφορών αυτών στον εορτασμό του Πάσχα από τις διάφορες εκκλησίες η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, που συνεκλήθη στη Νίκαια της Βυθυνίας από το Μέγα Κωνσταντίνο το 325 μ. Χ., θέσπισε τα του προσδιορισμού της εορτής του Πάσχα με μία εγκύκλιο επιστολή του Μεγάλου Κωνσταντίνου όπου εκτίθεται ο γνωστός από τότε ως «Όρος της Νικαίας». Σύμφωνα μ’ αυτόν: «Το Πάσχα θα πρέπει να εορτάζεται την Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης, και αν η πανσέληνος συμβεί Κυριακή τότε να εορτάζεται την επομένη Κυριακή (για να μην συμπέσει με τον εορτασμό του Εβραϊκού Πάσχα).» Ο εορτασμός του Πάσχα λοιπόν συνδέθηκε άμεσα με την εαρινή ισημερία και την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης.
Όπως άλλωστε αναφέρει και στη διδακτορική του διατριβή ο μακαριστός αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος «… αξιοσημείωτον τυγχάνει το γεγονός ότι η Α’ Οικουμενική Σύνοδος, θελήσασα να ορίση την ημέραν εορτασμού του Πάσχα, δεν ώρισε μήνας και ημέρας του Ιουλιανού Ημερολογίου, αλλ’ έθετο ως σταθεράν βάσιν του υπολογισμού την εαρινήν ισημερίαν, δηλ. ώρισε τα κατά τον εορτασμόν ουχί ημερομηνιακώς, αλλ’ αστρονομικώς, και τούτο διότι το κανονικώς ενδιαφέρον δεν είναι η ημερομηνία, αλλ’ η ισημερία.»
Το όλο θέμα δηλαδή είναι πλέον, με βάση τον όρο της Νικαίας, ένα καθαρά αστρονομικό-μαθηματικό πρόβλημα, γι’ αυτό και η Α’ Οικουμενική Σύνοδος λόγω της ακμής της αστρονομίας και των μαθηματικών στην Αλεξάνδρεια, ανέθεσε στον εκάστοτε Πατριάρχη Αλεξανδρείας με ειδικές «πασχάλιες επιστολές» να γνωστοποιεί κάθε χρόνο στις άλλες εκκλησίες την ημέρα του Πάσχα, αφού πρώτα υπολογιστεί με την βοήθεια των αστρονόμων της Αλεξάνδρειας η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου. Για να βρούμε επομένως την ημερομηνία της εορτής του Πάσχα ενός τυχόντος έτους αρκεί να γνωρίζουμε ποια είναι η ημερομηνία της πρώτης εαρινής πανσελήνου και στη συνέχεια να βρούμε την πρώτη Κυριακή που ακολουθεί μετά από την πανσέληνο αυτή.
Το ημερολόγιο που ήταν σε ισχύ την εποχή της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ήταν το Ιουλιανό που είχε θεσπίσει ο Ιούλιος Καίσαρ (101-44 π. Χ.) το 44 π. Χ. με τη βοήθεια του έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια. Για την δημιουργία του Ιουλιανού Ημερολογίου ο Σωσιγένης, βασισμένος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου (ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό ή τροπικό έτος έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες), θέσπισε ένα ημερολόγιο του οποίου τα έτη είχαν 365 ημέρες ενώ σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθετε μία ακόμη ημέρα μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου» που ονομάστηκε «bis sextus». Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται ακόμη και σήμερα «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Αλλά το Ιουλιανό Ημερολόγιο δεν ήταν τέλειο. Γιατί παρ’ όλο τον καλύτερο προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμη μια μικρή απόκλιση από την πραγματικότητα αφού σήμερα γνωρίζουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια ότι η διάρκεια του ηλιακού έτους είναι 365,242199 ημέρες. Έτσι το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μεγαλύτερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, δηλαδή κατά 11 λεπτά και 13 περίπου δευτερόλεπτα, χρόνος που εκ πρώτης όψεως φαίνεται σχεδόν ασήμαντος.
Κάθε τέσσερα όμως χρόνια το μικρό αυτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια φτάνει την μία ολόκληρη ημέρα. Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια από την εφαρμογή του Ιουλιανού Ημερολογίου το λάθος είχε φτάσει τις τρεις ημέρες με αποτέλεσμα το 325 μ. Χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου. Την χρονιά εκείνη έγινε η Α’ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε όπως είπαμε τον «Όρο της Νικαίας» για τον προσδιορισμό του Χριστιανικού Πάσχα που συνδέονταν έτσι άμεσα με την πρώτη εαρινή πανσέληνο.
Το λάθος όμως των 11 περίπου λεπτών του Ιουλιανού Ημερολογίου συσσωρευόταν κάθε χρόνο και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο ενωρίς. Έτσι ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ. Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου, και το 1582 μ. Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του Χριστιανικού Πάσχα σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Α’ Οικουμενική Σύνοδος.
Το 1572, τη χρονιά που εξελέγη πάπας ο Γρηγόριος ΙΓ’, ο ιησουίτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους, με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, επεξεργάστηκε την παπική βούλα της ημερολογιακής μεταρρύθμισης που δημοσιεύτηκε το Φεβρουάριο του 1582. Με τη μεταρρύθμιση η 5η Οκτωβρίου 1582 ονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών, που είχε συσσωρευτεί στους προηγούμενους 11 αιώνες, και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου, όπως ήταν κατά την Α’ Οικουμενική Σύνοδο.
Για να μην επαναληφθεί λοιπόν το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου, ο Λίλιο όρισε ότι δίσεκτα θα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4 εξαιρουμένων των «επαιωνίων», τα έτη δηλαδή των αιώνων, από τα οποία όριζε ως δίσεκτα μόνον όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται επακριβώς με το 4. Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο, ενώ αντίθετα το επαιώνιο έτος 2000 ήταν δίσεκτο. Η τροποποίηση αυτή δηλαδή καθορίζει ότι σε κάθε 400 χρόνια έχουμε 97 δίσεκτα έτη αφού το λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου είναι 3 ημέρες και 3 ώρες περίπου κάθε 400 χρόνια. Μ’ αυτό τον τρόπο διορθώνουμε το λάθος των τριών ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος τριών περίπου ωρών κάθε 400 χρόνια που θα συσσωρευτεί σε μία περίπου ημέρα μετά την πάροδο 3.200 περίπου ετών.
Το Νέο ή Γρηγοριανό Ημερολόγιο δεν έγινε όμως αμέσως αποδεκτό, και έτσι ο καθολικός κλήρος αναγκάστηκε να προσφύγει στην ανακοίνωση «θαυμάτων» για να το καθιερώσει. Τα καθολικά κράτη της Ευρώπης το αποδέχτηκαν τελικά μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Τα προτεσταντικά όμως κράτη χρειάστηκαν έναν ακόμη αιώνα, ενώ η Αγγλία και η Αμερική ακόμη περισσότερο αποδεχόμενες τελικά τη μεταρρύθμιση (με διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες του λαού) μόλις το 1752. Το ίδιο άλλωστε συνέβη και στην Ανατολή όπου η αντίδραση της Ορθόδοξης Εκκλησίας ήταν άμεση και οξεία. Οι πατριάρχες Kωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας και Αντιοχείας διαμαρτυρήθηκαν έντονα στη Ρώμη και το Ιουλιανό Ημερολόγιο παρέμεινε σε ισχύ σε όλα τα Ορθόδοξα κράτη έως τον 20ο αιώνα.
Η ελληνική πολιτεία ανακίνησε το ημερολογιακό θέμα το 1919, οπότε μετά από γνωμάτευση μιας ειδικής επιτροπής η Ιερά Σύνοδος αποφάσισε παμψηφεί ότι «η μεταβολή του Ιουλιανού ημερολογίου μη προσκρούουσα εις δογματικούς και κανονικούς λόγους δύναται να γίνει… της εκκλησίας κρατούσης μέχρι του νέου επιστημονικού ημερολογίου, το Ιουλιανόν». Κι έτσι η ελληνική πολιτεία με το νομοθετικό διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1923, που δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, αντικατέστησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο με το Γρηγοριανό και όρισε την έναρξη της εφαρμογής του τη 16η Φεβρουαρίου 1923 που ονόμασε 1η Μαρτίου. Αφαιρέθηκαν δηλαδή 13 ημέρες από το έτος 1923, γιατί στις 10 ημέρες λάθους μεταξύ Γρηγοριανού και Ιουλιανού από το 325 έως το 1582 είχε επέλθει καθυστέρηση και άλλων τριών ημερών στα περίπου 340 χρόνια που είχαν παρέλθει από την πρώτη εισαγωγή του Γρηγοριανού Ημερολογίου.
Επειδή όμως η Εκκλησία διατήρησε το Ιουλιανό Ημερολόγιο υπήρξε οξεία αντίδραση του λαού όταν ο εορτασμός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου δε συνέπεσε με την Εθνική μας Εορτή της 25ης Μαρτίου. Έτσι με ομόφωνη και πάλι απόφασή της η Εκκλησία της Ελλάδος «λαμβάνουσα μεν υπ’ όψιν την εκ της διαφοράς του εκκλησιαστικού ημερολογίου προς το επικρατήσαν ήδη πολιτικόν ημερολόγιον προερχομένην σύγχυσιν παρά τω λαώ και την εκ ταύτης θρησκευτικήν βλάβην αυτού, ανταποκρινομένη δε εις την πανταχόθεν εκδηλουμένην επιθυμίαν, αποφασίζει όπως αφομοιώση το εκκλησιαστικό ημερολόγιον προς το πολιτικόν…». Έτσι από τις 23 Μαρτίου 1924 το εκκλησιαστικό ημερολόγιο συνταυτίστηκε με το πολιτικό, χωρίς όμως τη μετακίνηση του Πασχαλίου που ακολουθεί και υπολογίζεται, ακόμη και σήμερα, με βάση το Ιουλιανό ή Παλαιό Ημερολόγιο.
Η διαφορά όμως του εορτασμού του Πάσχα από τις δυτικές και τις ανατολικές εκκλησίες δεν βασίζεται μόνο στο λάθος του Ιουλιανού Ημερολογίου αλλά και στον επίσης ελλιπή Μετωνικό Κύκλο (5ος αιώνας π.Χ.) με τον οποίο η Ορθόδοξη εκκλησία εξακολουθεί να υπολογίζει τις ημερομηνίες των εαρινών πανσελήνων. Γιατί σύμφωνα με τον Σεληνιακό κύκλο του Μέτωνα 19 Ιουλιανά έτη είναι περίπου ίσα με 235 σεληνιακούς συνοδικούς μήνες. Υποτίθεται δηλαδή ότι μετά παρέλευση 19 ετών οι ημερομηνίες των πανσελήνων επαναλαμβάνονται. Αυτό όμως δεν είναι τελείως ακριβές.
Επειδή σήμερα γνωρίζουμε ότι ένας συνοδικός μήνας είναι ίσος με 29,530588 ημέρες οι 235 μήνες του μετωνικού κύκλου μας κάνουν 6.939,688180 ημέρες. Γνωρίζουμε επίσης ότι το τροπικό (ηλιακό) έτος έχει διάρκεια 365,242199 ημέρες, που σημαίνει ότι στα 19 έτη του μετωνικού κύκλου θα έχουμε 6.939,601781 ημέρες. Ανάμεσα στους 235 συνοδικούς μήνες και τα 19 τροπικά έτη υπάρχει μια διαφορά 0,086399 της ημέρας, ή 2 ώρες, 4 λεπτά και 24,8736 δευτερόλεπτα σε κάθε 19ετή κύκλο.
Με την πάροδο όμως των ετών τα λάθη αυτά έχουν συσσωρευτεί. Έτσι στις 13 ημέρες της λανθασμένης Ιουλιανής εαρινής ισημερίας, προστίθεται και το λάθος του 19ετούς μετωνικού κύκλου, το οποίο ανέρχεται σήμερα σε 5 περίπου ημέρες. Η Ελληνική Ορθόδοξος Εκκλησία, παρ’ όλο που όπως είπαμε έχει αποδεχτεί από το 1924 το νέο Γρηγοριανό ημερολόγιο για τις ακίνητες εορτές, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να χρησιμοποιεί το παλαιό Ιουλιανό ημερολόγιο αλλά και τον κύκλο του Μέτωνος, για τον προσδιορισμό της ημερομηνίας του Πάσχα.
Οι δυτικές Εκκλησίες αντίθετα χρησιμοποιούν μία πιο σύγχρονη και ακριβή μέθοδο υπολογισμού. Έτσι ώστε αν μεταξύ της 21ης Μαρτίου και της 3ης Απριλίου (δηλαδή της 21ης Μαρτίου στο Γρηγοριανό ημερολόγιο και της 21ης Μαρτίου στο Ιουλιανό) τύχει να συμβεί πανσέληνος, οι δυτικές Εκκλησίες την αποδέχονται κανονικά ως την πρώτη εαρινή πανσέληνο του «Όρου της Νικαίας». Η Ορθόδοξος Εκκλησία όμως δεν την θεωρεί σαν πρώτη εαρινή πανσέληνο, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα είναι, και περιμένει την επομένη πανσέληνο.
Αν πάλι δεν σημειωθεί πανσέληνος στην περίοδο των 13ων αυτών ημερών, τότε συμβαίνουν τα εξής: είτε (1) το Πάσχα των Ορθοδόξων συμπίπτει με το Πάσχα των Δυτικών, όπως έγινε για παράδειγμα τα έτη 2011 (24 Απριλίου), 2010 (4 Απριλίου), 2007 (8 Απριλίου) κλπ, είτε (2) λόγω του λάθους των 5 ημερών του μετωνικού κύκλου, το Ορθόδοξο Πάσχα γιορτάζεται μία εβδομάδα αργότερα από το Πάσχα των Δυτικών. Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι το Δυτικό Πάσχα εορτάζεται μεταξύ 22ας Μαρτίου και 25ης Απριλίου, ενώ το Ορθόδοξο Πάσχα εορτάζεται μεταξύ 4ης Απριλίου και 8ης Μαΐου (π.χ. το 1983).
Έτσι πολλές φορές αντί να γιορτάζουμε το Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της άνοιξης, εμείς το γιορτάζουμε μετά τη δεύτερη εαρινή πανσέληνο. Μερικές φορές μάλιστα το γιορτάζουμε τη δεύτερη Κυριακή της δεύτερης πανσελήνου της άνοιξης, αντί της πρώτης Κυριακής μετά την πρώτη εαρινή πανσέληνο που όρισε η Σύνοδος της Νικαίας.
Έτσι λοιπόν τα δύο αυτά υπολογιστικά μαθηματικά-αστρονομικά σφάλματα, των 5 ημερών του κύκλου του Μέτωνος και των 13 ημερών του Ιουλιανού ημερολογίου, που υπεισέρχονται στον υπολογισμό του Ορθόδοξου Χριστιανικού Πάσχα, μας απομακρύνουν διττώς από το γράμμα αλλά και το πνεύμα του όρου της Νικαίας. Έτσι ώστε να είναι φανερό ότι ενώ τηρείται η συνοδική διάταξη ως προς το Ιουδαϊκό Πάσχα (που δεν τηρούν οι δυτικές εκκλησίες), παραβιάζεται εν τούτοις ως προς το ουσιαστικότερο μέρος της, ως προς την πρώτη δηλαδή Κυριακή μετά την πρώτη εαρινή πανσέληνο.
Η διαφορά αυτή δεν άπτεται καθόλου πάνω σε δογματικά θέματα της Χριστιανικής Εκκλησιαστικής λατρείας ή θρησκείας. Γιατί όπως είδαμε το όλο θέμα του προσδιορισμού της εορτής του Πάσχα είναι ένα απλό αστρονομικό-μαθηματικό πρόβλημα. Γι’ αυτό άλλωστε και οι πρώην Οικουμενικοί Πατριάρχες Δημήτριος και Αθηναγόρας, πρότειναν «…πρώτον πανορθόδοξον και δεύτερον Πανχριστιανικήν ιεράν συμφωνίαν, προς καθορισμόν σταθεράς Κυριακής διηνεκώς από κοινού εορτασμού του ενός Χριστιανικού Πάσχα υφ’ απάντων των ανά την Οικουμένην Χριστιανών…..» αν και προς το παρόν δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα.
Διονύσης Π. Σιμόπουλος, «Ο Καθορισμός του Πάσχα», ‘Γεωτρόπιο’ Ελευθεροτυπίας, Τεύχος 314 (22 Απριλίου 2006)

​Μερικά Στοιχεία για τις Μαύρες Τρύπες

​                                                                  του Διονύση Π. Σιμόπουλου, 

                                                     Επίτιμου διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου
Με την ευκαιρία της σημερινής ανακοίνωσης για την φωτογράφηση του «ορίζοντα γεγονότων» της Μαύρης Τρύπας στο κέντρο του γαλαξία Μ-87 παρουσιάζουμε ορισμένα στοιχεία για τα παράξενα αυτά αντικείμενα του Σύμπαντος:

Στο Εσωτερικό μιας Μαύρης Τρύπας
Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Άλμπερτ Αϊνστάιν υπονοεί ότι στο Σύμπαν θα μπορούσε να υπάρξει κάποιο αντικείμενο με υλικά τόσο πολύ συμπιεσμένα, ώστε η δύναμη της βαρύτητας του να παραμορφώσει το χωρόχρονο γύρω του σε αφάνταστο βαθμό και μέχρις ότου αυτό τούτο το αντικείμενο, «ανοίγοντας» μια «τρύπα» στη δομή του σύμπαντος, «χαθεί» για πάντα απ’ αυτό. Οτιδήποτε δηλαδή και αν «πέσει» μέσα σε μια μαύρη τρύπα «χάνεται» από το Σύμπαν, γιατί η βαρύτητά της είναι τόσο μεγάλη ώστε ούτε και αυτό ακόμη το φως να μην μπορεί να διαφύγει από την ελκτική της δύναμη. Μια «μαύρη τρύπα» λοιπόν είναι ένα «άστρο» που έχει καταρρεύσει σ’ ένα απειροελάχιστα μικροσκοπικό μέγεθος, αφήνοντας πίσω του την ένταση μόνο της βαρύτητάς του. Μ’ αυτή λοιπόν την έννοια μπορούμε να μιλάμε για «μαύρες τρύπες» στο διάστημα. Γι’ αυτό άλλωστε δεν είναι καθόλου παράξενο που μια μαύρη τρύπα αντιμετωπίζεται σήμερα ως ένα πραγματικά αδιανόητο ουράνιο αντικείμενο, όπου οι νόμοι της φυσικής έχουν «σηκώσει τα χέρια ψηλά», αδυνατώντας να προβλέψουν το τι συμβαίνει στο εσωτερικό του. 
Η φωτογράφηση όμως του “ορίζοντα γεγονότων” μας Μαύρης Τρύπας μας οδηγεί να δώσουμε απαντήσεις και σε ερωτήματα όπως είναι, για παράδειγμα, για το τι θα συνέβαινε εάν ταξιδεύαμε κοντά σε μια μαύρη τρύπα! Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας μας περιγράφει μια πραγματικά ενδιαφέρουσα εμπειρία αφού αν πλησιάζαμε μια μαύρη τρύπα μ’ ένα διαστημόπλοιο, η ισχυρότατη δύναμη της βαρύτητάς της θα το υποχρέωνε να τεντωθεί σαν λάστιχο, και κάθε άτομο του και όλων όσων θα βρίσκονταν στο εσωτερικό του, θα παραμορφώνονταν τρομαχτικά. Αν στέλναμε κάποιο φανάρι, θα παρατηρούσαμε ότι το φως του ελαττώνεται όλο και πιο πολύ καθώς αυτό πλησίαζε τον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας. Τα φωτεινά δηλαδή κύματα χάνουν τόση πολλή ενέργεια στην προσπάθειά τους να σκαρφαλώσουν μακριά από την βαρύτητα της τρύπας ώστε έχουμε σαν αποτέλεσμα το αδυνάτισμα της φωτεινής τους έντασης. Το φως από ένα φανάρι που θα έφτανε ακριβώς στην επιφάνεια του ορίζοντα, δεν μπορεί να φτάσει ποτέ μέχρι τα μάτια μας. Αν πάλι στέλναμε ένα ρολόι, τότε θα παρατηρούσαμε ότι καθώς αυτό πλησίαζε την μαύρη τρύπα ο χρόνος θα έτρεχε όλο και πιο αργά. 
Φυσικά, τα πάντα είναι σχετικά. Αν δηλαδή με κάποιο τρόπο αφήναμε το διαστημόπλοιο και πλησιάζαμε την μαύρη τρύπα, δεν θα αισθανόμασταν καμιά αλλαγή στον χρόνο. Γιατί το ρολόι που θα είχαμε μαζί μας θα έδειχνε ότι για μας ο χρόνος τρέχει κανονικά. Αντίθετα αν μπορούσαμε να διακρίνουμε τους δείχτες του ρολογιού που αφήσαμε στο διαστημόπλοιό μας, θα τους βλέπαμε να τρέχουν με τεράστιες ταχύτητες. Από τα πρόθυρα της μαύρης τρύπας ο χρόνος στο διαστημόπλοιο, καθώς και σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του σύμπαντος, θα έτρεχε με απίστευτη ταχύτητα. Αυτή η «παραμόρφωση» του χρόνου μας λεει ότι, αν με κάποιον τρόπο μπορούσαμε να ξεφύγουμε από την ελκτική δύναμη της μαύρης τρύπας και επιστρέφαμε και πάλι στο διαστημόπλοιό μας, θα βρισκόμασταν στο μέλλον. Συμβαίνει δηλαδή και στον χρόνο το ίδιο που συμβαίνει και στον χώρο, γιατί η παρουσία της μαύρης τρύπας δημιουργεί όχι μόνο χώρο-παραμόρφωση αλλά και χρόνο-παραμόρφωση. Κι όταν τελικά το ρολόι θα φτάσει στον ορίζοντα γεγονότων, ο χρόνος γι’ αυτό θα σταματήσει τελείως. Μ’ αυτή την έννοια δηλαδή ο μαύρες τρύπες μπορεί να θεωρηθούν και σαν ένα είδος «μηχανών του χρόνου»! Μηχανές του χρόνου όμως που μπορούν να μας μεταφέρουν μόνο προς το μέλλον.
Σκουληκότρυπες
Ίσως πάλι οι μαύρες τρύπες να μην λειτουργούν απλά και μόνο σαν χρόνο-μηχανές, ούτε όμως και σαν τρύπες, αλλά να είναι ένα είδος χωροχρονικής σήραγγας που θα μας μετέφερε σε κάποιο άλλο σημείο του δικού μας ή κάποιου άλλου σύμπαντος. Μερικοί αστροφυσικοί υποστηρίζουν ότι οι εξισώσεις του Αϊνστάιν δεν αποκλείουν κάτι τέτοιο. Αντιμετωπίζουμε έτσι ένα από τα βασικά ερωτήματα που αφορούν την τύχη των υλικών που εισχωρούν στην μαύρη τρύπα: που πηγαίνουν, δηλαδή τα υλικά αυτά; Αφού η βαρυτική δύναμη της μαύρης τρύπας εμποδίζει σε οποιαδήποτε πληροφορία να διαφύγει απ’ αυτήν, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε τον μελλοντικό τους πραγματικό δρόμο. Το γεγονός όμως αυτό δεν εμποδίζει τους θεωρητικούς φυσικούς από του να κάνουν τις δικές τους μαθηματικές υποθέσεις.
Τρεις είναι οι πιθανότητες που διερευνώνται, με πρώτη και καλύτερη τον απλό «αφανισμό» των υλικών στην ιδιόμορφη καρδιά της μαύρης τρύπας. Οι μαύρες τρύπες θα μπορούσαν επίσης να σχηματίζουν παράξενες κοσμικές σήραγγες (μερικοί τις ονομάζουν «σκουληκότρυπες») που ίσως να οδηγούν σε κάποιο άλλο άγνωστο σύμπαν, με το οποίο δεν υπάρχει καμιά άλλη επικοινωνία ούτε και τρόπος επιστροφής. Η τρίτη πιθανότητα, και ίσως η πιο ενδιαφέρουσα απ’ όλες, προτείνει την συνένωση μιας μαύρης τρύπας με άλλα σημεία του δικού μας σύμπαντος. Σημεία δηλαδή που απέχουν μεταξύ τους όχι μόνο στον χώρο αλλά και στον χρόνο. Πολλοί μάλιστα παρομοιάζουν τις ουράνιες αυτές σκουληκότρυπες με την προσφιλή «εφεύρεση» των συγγραφέων επιστημονικής φαντασίας που έχουν βαφτίσει «υπερδιάστημα», μια έννοια η οποία, παρ’ όλο που δεν υπάρχει στη φύση, επιτρέπει στους ήρωες των διαστημικών μυθιστορημάτων να μετακινούνται από άστρο σε άστρο σχεδόν στιγμιαία. Στο εσωτερικό μιας Μαύρης Τρύπας όμως υπάρχει τόσο μεγάλη βιαιότητα ώστε η δημιουργία μιας σκουληκότρυπας είναι αδύνατη, και πόσο μάλλον για να μπορέσουμε να την διασχίσουμε. 
Όλα αυτά δεν είναι παρά η προσωποποίηση της άκρατης καταστροφικής μανίας της Φύσης σε κλίμακα που μας είναι αδιανόητη. Ή μήπως όχι, αφού στην πραγματικότητα δεν πρόκειται παρά για την απλή διεκπεραίωση των φαινομένων ενός ανήσυχου Σύμπαντος. Οπότε, αφού ο χρόνος και ο χώρος είναι έννοιες που δεν έχουν καμιά υπόσταση στο εσωτερικό μιας μαύρης τρύπας, υπάρχει πιθανότητα κάποτε στο μέλλον, και με την κατάλληλη τεχνολογία, να γίνουν οι μαύρες τρύπες το κλειδί των μελλοντικών μας μετακινήσεων στην προσπάθειά μας να εξερευνήσουμε ολάκερο το Σύμπαν. Αρκεί, βέβαια, η μαύρη τρύπα που θα διαλέξουμε για ένα τέτοιο ταξίδι, να είναι αρκετά μεγάλη, μια και οι τελευταίες θεωρητικές έρευνες μας πληροφορούν ότι στο Σύμπαν υπάρχουν μαύρες τρύπες σε όλα τα μεγέθη.
Το Μέγεθος μιας Μαύρης Τρύπας
Οι «κανονικές» μαύρες τρύπες που προέρχονται από τις εκρήξεις αστρικών σουπερνόβα έχουν διάμετρο μέχρι 50 περίπου χιλιόμετρα. Χιλιάδες τέτοιες μαύρες τρύπες πρέπει να υπάρχουν ήδη στο Γαλαξία μας και μόνο. Υπάρχουν όμως και «μίνι» μαύρες τρύπες, με την μάζα ενός ολάκερου βουνού συμπιεσμένη στο χώρο που καταλαμβάνει ένα άτομο. Το Σύμπαν μπορεί να περιλαμβάνει έναν «άπειρο» αριθμό τέτοιων μίνι-τεράτων, που δημιουργήθηκαν την στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης. Το 1974 ο περίφημος φυσικός Stephen Hawking ανακάλυψε μια «παραξενιά» στους Νόμους της Φυσικής και υπολόγισε ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν κβαντική ακτινοβολία που έκτοτε ονομάστηκε «ακτινοβολία Χώκινγκ». Γεγονός που σημαίνει ότι οι περισσότερες μίνι μαύρες τρύπες πρέπει να έχουν «εξατμιστεί» εδώ και πολύ καιρό. Φυσικά μερικές μπορεί να υπάρχουν ακόμη και ίσως να εκρήγνυνται εδώ κι εκεί στο διάστημα. 
Φυσικά, όσο πιο μεγάλη είναι μια μαύρη τρύπα τόσο πιο μικρή είναι η ακτινοβολία της. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, των μαύρων τρυπών που προέρχονται από την κατάρρευση γιγάντιων άστρων η «εξάτμιση» είναι μια πάρα πολύ αργή διαδικασία καθώς απαιτεί τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων χρόνια. (Για μαύρες τρύπες δύο ηλιακών μαζών χρειάζονται 10^67 χρόνια (η μονάδα ακολουθούμενη από 67 μηδενικά), αφού η αρχική τους θερμοκρασία είναι ίση σχεδόν με το απόλυτο μηδέν!) Όταν όμως έρθει ο καιρός (μετά από τρισεκατομμύρια τρισεκατομμυρίων χρόνια), η θερμοκρασία στο εσωτερικό της θα ανέλθει σε δεκάδες χιλιάδες τρισεκατομμύρια βαθμούς Κελσίου, με αποτέλεσμα την έκρηξη της μαύρης τρύπας μέσα σε κλάσμα του δευτερολέπτου.
Την άνοιξη του 2007 ανακοινώθηκε επίσης ο εντοπισμός μιας μαύρης τρύπας με μάζα 20.000 φορές μεγαλύτερη από την μάζα του Ήλιου. Η νέα αυτή “μεσαίου μεγέθους” μαύρη τρύπα ανακαλύφτηκε (με τη βοήθεια του συμπλέγματος των 27 ραδιοτηλεσκοπίων VLA που βρίσκεται στο Σοκόρο του Νέου Μεξικού) στο εσωτερικό του σφαιρωτού σμήνους G1 στον γαλαξία της Ανδρομέδας (Μ31), σε απόσταση 2,3 εκατομμυρίων ετών φωτός από τη Γη. Στο άλλο πάλι άκρο των μεγεθών, και στο κέντρο των γαλαξιών υπάρχουν «σούπερ» μαύρες τρύπες που περιέχουν τη μάζα εκατομμυρίων ήλιων σ’ ένα χώρο που δεν υπερβαίνει τη διάμετρο του ηλιακού μας συστήματος. Μια τέτοια τερατώδης μαύρη τρύπα έχει την φωλιά της στο κέντρο του δικού μας Γαλαξία. Οι μέχρι τώρα παρατηρήσεις που έχουμε κάνει μας διαγράφουν θαμπά ότι το κύριο χαρακτηριστικό στο κέντρο του Γαλαξία μας είναι η ύπαρξη μιας γιγάντιας μαύρης τρύπας που περιβάλλεται από έναν φωτεινό δίσκο αστροϋλικών. Η μαύρη αυτή τρύπα καταβροχθίζει κυριολεκτικά ένα προς ένα τα άστρα του γαλαξιακού μας πυρήνα καθώς αυτά εξελίσσονται και πέφτουν προς το κέντρο. Και βέβαια εκτός από άστρα το αδηφάγο αυτό τέρας εξαφανίζει και οτιδήποτε άλλο τολμήσει να το πλησιάσει με αποτέλεσμα την συνεχή του επέκταση. 


Η Μαύρη Τρύπα του Γαλαξία μας
Οι μελέτες που κάναμε στο κέντρο του Γαλαξία μάς βοήθησαν να ανακαλύψουμε ότι τα άστρα που περιφέρονται γύρω από ένα σημείο του γαλαξιακού κέντρου, σε απόσταση 26.000 ετών φωτός από τον Ήλιο, επιταχύνονται σε ταχύτητες που φτάνουν τα πέντε εκατομμύρια χιλιόμετρα την ώρα. Στην κεντρική σφαιρική περιοχή του Γαλαξιακού πυρήνα, με διάμετρο δύο περίπου ετών φωτός, περιλαμβάνονται πάνω από ένα εκατομμύριο άστρα. Η πυκνότητα των άστρων σ’ αυτή την περιοχή είναι 10 εκατομμύρια φορές μεγαλύτερη από την πυκνότητα της αστρικής μας περιοχής του Ήλιου. Αν ζούσαμε σε κάποιον πλανήτη εκεί κοντά ο νυχτερινός μας ουρανός θα ήταν γεμάτος με άστρα που καθένα τους θα έλαμπε με τη φωτεινότητα της πανσελήνου. Στο κέντρο τώρα όλης αυτής της δραστηριότητας βρίσκεται μια ιδιαίτερα ενεργή πηγή ακτινοβολιών με μέγεθος 10 Αστρονομικών Μονάδων (1,5 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα) που ονομάζουμε Τοξότη Α*. 
Η ενέργεια της ακτινοβολίας γάμα που μετρήθηκε από την περιοχή αυτή, έχει 255.000 φορές μεγαλύτερη ένταση από αυτήν του ορατού φωτός, και οφείλεται στην εξαΰλωση τεραστίων ποσοτήτων αντιύλης. Δέκα δισεκατομμύρια τόνοι ποζιτρονίων καταστρέφονται εκεί κάθε δευτερόλεπτο, πράγμα που σημαίνει ότι η πηγή από την οποία προέρχεται η ακτινοβολία αυτή δεν μπορεί να συγκριθεί καν με οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο στον Γαλαξία μας. Άλλες πάλι μετρήσεις έχουν προσδιορίσει ότι η ένταση της ενέργειας που προέρχεται απ’ εκεί είναι 3,5 φορές πιο μεγάλη απ’  ότι υπολογίζαμε μέχρι τώρα, και περιλαμβάνει υπέρυθρη ακτινοβολία, μικροκύματα και ακτίνες Χ. Έτσι σε μια περιοχή με ακτίνα ενός έτους φωτός από το κέντρο, τα άστρα και η μεσοαστρική ύλη συμπεριφέρονται σαν να περιλαμβάνουν την μάζα τεσσάρων εκατομμυρίων ήλιων. Οι μέχρι σήμερα δηλαδή μελέτες, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η έντονη δραστηριότητα που παρατηρείται στο Γαλαξιακό κέντρο οφείλεται στην ύπαρξη μιας τεράστιας μαύρης τρύπας με διάμετρο 1,2 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων, μια διάμετρο δηλαδή παρόμοια με την τροχιά του Δία γύρω από τον Ήλιο. 
Στην προσπάθειά μας όμως να αποκαλύψουμε τα μυστικά του δικού μας Γαλαξιακού κέντρου, έχουμε ήδη στρέψει την προσοχή μας και έχουμε αρχίσει να μελετάμε πιο επισταμένα τα κέντρα και των άλλων γαλαξιών του Σύμπαντος. Γιατί ακόμη και πέρα από τον δικό μας Γαλαξία, έχουμε ήδη βρεθεί αποδείξεις για την ύπαρξη τέτοιων βίαιων διαδικασιών σε γαλαξιακή κλίμακα. Ενώ δηλαδή οι περισσότεροι γαλαξίες παρουσιάζουν μια συμμετρική μορφή σπειροειδών ή ελλειπτικών συγκεντρώσεων δεκάδων δισεκατομμυρίων άστρων, υπάρχουν άλλοι που μοιάζουν με χαώδεις και κομματιασμένες μάζες. Η ύπαρξη τέτοιων γαλαξιών μας οδηγεί να κάνουμε την υπόθεση ότι και οι περισσότεροι άλλοι γαλαξίες θα έχουν κι αυτοί παρόμοιες τεράστιες μαύρες τρύπες στο κέντρο τους. Σε μερικούς μάλιστα από τα ένα τρισεκατομμύριο γαλαξές που υπάρχουν έχουμε ήδη εντοπίσει αναταραχές γιγαντιαίων διαστάσεων.
Η Μαύρη Τρύπα του Μ-87
Πενήντα πέντε εκατομμύρια έτη φωτός μακριά μας βρίσκεται ο γιγάντιος ελλειπτικός γαλαξίας Μ-87. Ο πυρήνας του αποτελείται από ένα πυκνό μείγμα άστρων και υπερθερμασμένων αερίων. Πρόκειται για ηλεκτρόνια που επιταχύνονται σπειροειδώς, μέσα σε ισχυρά μαγνητικά πεδία, με αποτέλεσμα την εκτόξευση ενός τεράστιου πίδακα με γαλακτερή απόχρωση. Γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το φαινόμενο αυτό πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μιας αλυσιδωτής καταστροφής εκατομμυρίων άστρων στον πυρήνα τέτοιων γαλαξιών. Μια τέτοιας έκτασης καταστροφή όμως μπορεί να εξηγηθεί μόνο από την ύπαρξη μιας τεράστιας κεντρικής μαύρης τρύπας που καταβροχθίζει τον πυρήνα παρόμοιων γαλαξιών. 
Η φωτογράφιση της «σκιάς» της μαύρης τρύπας του Μ87 έγινε πραγματικότητα από την συνδυασμένη λειτουργία των ραδιοτηλεσκοπίων σε οκτώ διαφορετικές περιοχές της Γης που έχουν συνδεθεί συμβολομετρικά δημιουργόντας έτσι ένα τηλεσκόπιο με το μέγεθος του πλανήτη μας. Ευθύς εξ αρχής οι εκατοντάδες ερευνητές της κοινοπραξίας των επί μέρους τηλεσκοπίων αποφάσισαν να εντοπίσουν τις παρατηρήσεις τους σε δύο γιγάντιες μαύρες τρύπες. Η μία πολύ πλησιέστερα σ’ εμάς σε απόσταση 26.000 ετών φωτός στο κέντρο του Γαλαξία μας, και η άλλη πολύ πιο μακριά σε απόσταση, όπως είπαμε 55 εκατομμυρίων ετών φωτός, αλλά πολύ πιο μεγάλη. Η γιγάντια αυτή μαύρη τρύπα του M87 έχει 6,5 δισεκατομμύρια φορές την μάζα του Ήλιου μας και διάμετρο που φτάνει τα 100 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα, 22 δηλαδή φορές την απόσταση του πλανήτη Ποσειδώνα από τον Ήλιο, όταν σε σύγκριση η μάζα της μαύρης τρύπας του Γαλαξία μας δεν υπερβαίνει την μάζα τεσσάρων εκατομμυρίων άστρων σαν τον Ήλιο. 
Γι’ αυτό τότε δόθηκε προτεραιότητα στην ανάλυση των δεδομένων από τον Μ87 κι όχι από τον δικό μας. Κάποια στιγμή θα γίνει και η ανάλυση των δεδομένων από την μαύρη τρύπα και του δικού μας Γαλαξία (που έχει ονομαστεί Τοξότης Α*) και θα μπορέσουμε τότε να δούμε πως μοιάζει και το “θηρίο” του δικού μας γαλαξιακού κέντρου. Οι μελέτες όμως που θα γίνουν στα επόμενα μερικά χρόνια δεν θα μας αποκαλύψουν μόνο λεπτομέρειες που είναι κρυμμένες στις εξισώσεις της Γενικής Σχετικότητας του Αϊνστάιν αλλά ελπίζουμε ότι θα προστεθεί σ’ αυτές και η ανακάλυψη της σύνδεσης της Γενικής Σχετικότητας με την Κβαντομηχανική. Και ίσως έτσι μπορέσουμε να κάνουμε πραγματικότητα το όνειρο του Αϊνστάιν με την ανακάλυψη μιας νέας θεωρίας κβαντικής βαρύτητας και την ενοποίηση και των τεσσάρων θεμελιωδών αλληλεπιδράσεων.
Θα μπορούσε φυσικά να υποστηρίξει κανείς ότι οι τεράστιες μαύρες τρύπες στα κέντρα των γειτονικών μας γαλαξιών είναι σχετικά ήρεμες επειδή έχουν ήδη καταβροχθίσει τις μεγαλύτερες ποσότητες ύλης της γειτονιάς τους. Αν και συνεχίζουν ακόμη να προσελκύουν ότι υλικά πέσουν στην επίδραση των βαρυτικών τους έλξεων, πριν από εκατοντάδες εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια χρόνια, η δραστηριότητα των γαλαξιακών αυτών πυρήνων πρέπει να ήταν ασύλληπτη από τον ανθρώπινο νου, και ίσως τελικά το γεγονός αυτό να είναι και η καλύτερη εξήγηση για τις τεράστιες ποσότητες ενέργειας που εκπέμπουν τα αστρόμορφα αντικείμενα που ονομάζουμε «κβάζαρ». Αυτά τα, φαινομενικά τουλάχιστον, πιο απόμακρα αντικείμενα στο Σύμπαν φαίνονται να εκπέμπουν τόση ενέργεια όση 1.000 γαλαξίες μαζί, και παρ’ όλα αυτά η ακατανόητη αυτή ποσότητα ενέργειας παράγεται σε ένα χώρο που δεν υπερβαίνει σε μέγεθος το ηλιακό μας σύστημα! 
Κι έτσι, καθώς η επιστήμη και η φαντασία του σύγχρονου ανθρώπου προσπαθεί να κατανοήσει ένα Σύμπαν γεμάτο με απίθανες κοσμικές δυνάμεις και επικίνδυνες Μαύρες Τρύπες, μπορούμε να παρηγορηθούμε με την σταθερότητα ενός κόσμου που, προς το παρόν τουλάχιστον, περιφέρεται γύρω από ένα σταθερό άστρο σ’ έναν από τους σπειροειδείς βραχίονες του Γαλαξία μας. Πρόκειται για ένα κόσμο του οποίου οι κάτοικοι, στην προσπάθειά τους να μάθουν περισσότερα, χρησιμοποίησαν ανέκαθεν την ευφυΐα, την υπομονή και την τεχνολογία τους για να μπορέσουν να διευκρινίσουν την πραγματική φύση του Σύμπαντος που τους περιβάλλει.

Photo Credit: Event Horizon Telescope collaboration et al.

​Τα Εργαλεία των κατασκόπων της KGB.

Κάποια από τα αποχαρακτηρισμένα μυστικά των κατασκόπων της KGB εκτίθενται σε ένα  νέο μουσείο στη Νέα Υόρκη , το KGB Spy Museum και  φανερώνουν  πως η σοβιετική υπηρεσία πληροφοριών έβλεπε τους εχθρούς της.

Από την εκλογή του Προέδρου Donald Trump, οι αμερικανικές εφημερίδες έχουν γεμίσει με ιστορίες για ρώσους κατασκόπους που διεισδύουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Julius Urbaitis, έχει αφιερώσει  πάνω από τρεις δεκαετίες για να συγκεντρώσει περίπου 3.500 συσκευές που ανήκουν στην KGB, καλύπτοντας τα πάντα, από τα πρακτικά εργαλεία κατασκοπείας, όπως συσκευές ακρόασης και κρυπτογραφικές μηχανές, ακόμα και πιο εξειδικευμένα αξεσουάρ όπως στυλό, όπως  επίσης και μια κάμερα καμουφλαρισμένη μέσα σε έναν κορμό δέντρου.

Αυτά τα ενδιαφέροντα αντικείμενα έχουν σκοτεινό παρελθόν. 

📌Στην πρώτη φωτό φαίνεται  η Μεγάλη Σφραγίδα.

Εβδομάδες πριν από το τέλος του Β’  Παγκόσμιου Πολέμου, μια αντιπροσωπεία πρόσφερε  αυτή – την όσο το δυνατόν πιο πιστή στην πραγματική- ξύλινη διακόσμηση τοίχου, που φέρει τη μεγάλη σφραγίδα των Ηνωμένων Πολιτειών, στον Αμερικανό πρεσβευτή στή Σοβιετική Ενωση. Αυτός χαίρεται με αυτή τη «χειρονομία της φιλίας» και κρέμασε  τη Μεγάλη Σφραγίδα στην αμερικανική πρεσβεία στη Μόσχα.
Λίγο αργότερα συνειδητοποίησε ότι κατά λάθος είχε επιτρέψει στηνν NKVD, την προκάτοχό της  KGB, να ακούσει τις συνομιλίες του. Ένας ασύρματος, που ονομάστηκε  αργότερα «Το πράγμα- The Thing» , ήταν κρυμμένο μέσα της. Ήταν μια από τις πρώτες κρυφές συσκευές ακρόασης που είναι σε θέση να μεταδίδουν παθητικά ένα ηχητικό σήμα. 
Για να το χειριστούν, οι πράκτορες της NKVD που ήταν  σε ένα σπίτι απέναντι από την πρεσβεία έστελναν ραδιοφωνικό σήμα στο δωμάτιο όπου κρεμάστηκε η Μεγάλη Σφραγίδα. Ένα μικρόφωνο, κρυμμένο σε μια τρύπα κάτω από το ράμφος του αετού, λάμβανε  τους ήχους στο δωμάτιο. Το «Thing» δεν βρέθηκε  για επτά χρόνια μέχρι να το ανακαλύψουν οι Αμερικανοί. Ομως και οι Αμερικανοί  κράτησαν την ανακάλυψη τους μυστική μέχρι το 1960, όταν αποκάλυψαν δραματικά την ύπαρξή της κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Ο Αμερικανός πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη άνοιξε στα δύο  τη Μεγάλη Σφραγίδα, προκειμένου να αποδείξει την άποψή του ότι οι δύο χώρες ήταν ένοχες κατασκοπείας.
 
📌Στη δεύτερη φωτό φαίνεται μια Ομπρέλα. 

Αυτό είναι ένα αντίγραφο της λεγόμενης Βουλγαρικής ομπρέλας, του όπλου που σκότωσε τον Γεωργό Μάρκοφ, Βούλγαρο  δημοσιογράφο, το Σεπτέμβριο του 1978. Κατά τη διάρκεια της δολοφονίας του, ο Μάρκοφ εργάστηκε για το BBC World Service στο Λονδίνο για το ραδιόφωνο. Το έργο που έκανε τον έκανε εχθρό του καθεστώτος και πιστεύεται ότι ένα μέλος της μυστικής αστυνομίας της Βουλγαρίας – με δεσμούς με την KGB – στάλθηκε για να δολοφονήσει τον Μάρκοφ καθώς άλλαζε βάρδια στην εργασία του.
Η ομπρέλα εκτίναξε  ένα μικρό σφαιρίδιο γεμάτο  ricin στο πόδι του Markov, το οποίο έλιωσε όταν ήρθε σε επαφή με τη θερμοκρασία του ανθρώπινου σώματος και απελευθέρωσε  δηλητήριο στην κυκλοφορία του αίματος. Ο Μάρκοφ αρχικά δεν αισθάνθηκε πόνο πέρα ​​από ένα ελαφρύ τσίμπημα στο μηρό του. αλλά το βράδυ είχε αναπτύξει ένα μικρό κόκκινο σημάδι στο πόδι του, σαν ένα σπυράκι και εμφάνισε έναν υψηλό πυρετό. Ο θάνατός του τέσσερις ημέρες αργότερα ήταν αναπόφευκτος – τότε, η ricin δεν είχε γνωστό αντίδοτο.

📌Στην τρίτη φωτό είναι η Μηχανή κρυπτογράφησης M-125, γνωστή ως Fialka.

Η λέξη Fialka στα Ρωσικά σημαίνει » το ιώδες «.

Η μηχανή κρυπτογράφησης Fialka έγινε ένα ανεκτίμητο πλεονέκτημα για πολλούς κρυπτογράφους που ζούσαν στην ΕΣΣΔ και τα κράτη του Ανατολικού μπλόκ, μεταξύ της δεκαετίας του 1950 και της δεκαετίας του 1990. 
Με τους δέκα δίσκους κρυπτογράφησης (που καθαρίζονται με ισχυρά οινοπνευματώδη ποτά μεταξύ των διακοπών κώδικα) και την δυνατότητα εναλλαγής μεταξύ κυριλλικού και λατινικού αλφάβητου, το Fialka ήταν σε θέση να δημιουργήσει σχεδόν 600 τρισεκατομμύρια διαφορετικούς συνδυασμούς κωδίκων. Λόγω των ομοιότητών του με το Enigma -το μηχάνημα κρυπτογράφησης που χρησιμοποιούσε η ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου-  οι οργανώσεις πληροφοριών της σοβιετικής εποχής ανέφεραν μερικές φορές ότι ήταν η «εγγονή του Enigma» ή το «αίνιγμα της Ρωσίας».

📌 Η τέταρτη φωτό ,τ ο φαινομενικά αθώο βιβλίο με μπλε χρώμα περιέχει μια κρυφή κάμερα που προορίζεται για την τεκμηρίωση μυστικών συναντήσεων ξένων αντιπροσώπων σε πάρκα, σιδηροδρομικούς σταθμούς και άλλους δημόσιους χώρους. Επειδή η κάμερα ενσωματώθηκε κυριολεκτικά στο βιβλίο, οι εργαζόμενοι της KGB θα μπορούσαν εύκολα να προσποιούνται ότι διαβάζουν παρατηρώντας το στόχο τους. Όταν η ώρα ήταν σωστή, έσπρωχναν ένα κουμπί στο πλάι του βιβλίου για να τραβήξουν μια εικόνα μέσα από το άνοιγμα στο κάλυμμα.

📌Η τελευταία φωτό έχει να κάνει με το κάπνισμα. 

Στο παρελθόντο κάπνισμα ήταν μια διαδεδομένη συνήθεια, επιτρέπονταν παντού  από τα μέσα μαζικής μεταφοράς μέχρι και μέσα  στα εστιατόρια. Αυτή την συνήθεια  τα Σοβιέτ την εκμεταλλεύτηκαν πλήρως. 

Η KGB δημιούργησε ένα άλλο είδος κρυμμένης κάμερας, αυτή τη φορά κρυμμένη μέσα σε ένα πακέτο τσιγάρων. Το κουτί ήταν κυρίως γεμάτο με πραγματικά τσιγάρα, τα οποία οι πράκτορες μπορούσαν να καπνίζουν για κάλυψη, ενώ παρατηρούσαν το στόχο τους. Ωστόσο, ένα από τα τσιγάρα ήταν ψεύτικο: όταν τραβούσε προς τα πάνω, το άνοιγμα της κάμερας άνοιγε στο πλάι της συσκευασίας. Με μια ώθηση προς τα κάτω «τραβιόταν»  η φωτό. Παρόμοια τεχνολογία χρησιμοποιήθηκε για τη μετατροπή άλλων οικιακών αντικειμένων, όπως φακοί, σημειωματάρια και τσάντες, σε κρυφές κάμερες.
Ελεύθερη μετάφραση σε αποσπάσματα: Ευφροσύνη Μπούτσικα 
Πηγές : The Economist,  http://www.1843magazine.com 

                KGB Spy Museum, Νέα Υόρκη